αξιολόγηση
Grec modifier
Étymologie modifier
Nom commun modifier
Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | αξιολόγηση | οι | αξιολογήσεις |
Génitif | της | αξιολόγησης αξιολογήσεως |
των | αξιολογήσεων |
Accusatif | τη(ν) | αξιολόγηση | τις | αξιολογήσεις |
Vocatif | αξιολόγηση | αξιολογήσεις |
αξιολόγηση, aksiológisi \Prononciation ?\ féminin