Étymologie

modifier
Du grec ancien ἐμφάνισις, emphánisis.

Nom commun

modifier
Cas Singulier Pluriel
Nominatif η  εμφάνιση οι  εμφανίσεις
Génitif της  εμφάνισης
εμφανίσεως
των  εμφανίσεων
Accusatif τη(ν)  εμφάνιση τις  εμφανίσεις
Vocatif εμφάνιση εμφανίσεις

εμφάνιση (emfánisi) \ɛɱ.ˈfa.ni.si\ féminin

  1. Apparence.