παράδειγμα

Étymologie

modifier
Du grec ancien παράδειγμα, parádeigma.

Nom commun

modifier
Cas Singulier Pluriel
Nominatif το  παράδειγμα τα  παραδείγματα
Génitif του  παραδείγματος των  παραδειγμάτων
Accusatif το  παράδειγμα τα  παραδείγματα
Vocatif παράδειγμα παραδείγματα

παράδειγμα (parádigma) \paˈɾa.ðiɣ.ma\ neutre

  1. Exemple.

Étymologie

modifier
Mot dérivé de παραδείκνυμι, paradeíknymi (« montrer »), avec le suffixe -μα, -ma.

Nom commun

modifier
Cas Singulier Pluriel Duel
Nominatif τὸ παράδειγμα τὰ παραδείγματα τὼ παραδείγματε
Vocatif παράδειγμα παραδείγματα παραδείγματε
Accusatif τὸ παράδειγμα τὰ παραδείγματα τὼ παραδείγματε
Génitif τοῦ παραδείγματος τῶν παραδειγμάτων τοῖν παραδειγμάτοιν
Datif τῷ παραδείγματι τοῖς παραδείγμασι(ν) τοῖν παραδειγμάτοιν

παράδειγμα, parádeigma neutre

  1. Exemple, modèle.
    • ἐπὶ παραδείγματος
      suivant l’exemple

Dérivés

modifier

Dérivés dans d’autres langues

modifier

Prononciation

modifier

Références

modifier